- απήγανος
- απήγανος, ο και απήγανο, τοτο φυτό ρυτή η βαρύοσμη· φρ. «ξορκισμένος με τον απήγανο», απευχή για ανεπιθύμητα πρόσωπα ή πράγματα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
απήγανος — Πολυετές φυτό με αποξυλωμένη βάση και όψη μικρού θάμνου. Ανήκει στην οικογένεια των ρουτιδών που περιλαμβάνει είδη κυρίως των θερμών περιοχών, ξυλώδη και με έντονο άρωμα. Αυτοφυής σε ξηρούς πετρώδεις τόπους της μεσογειακής ζώνης, ο α. έχει φύλλα… … Dictionary of Greek
ρυτή — (ruta graveolens). Πολυετής πόα, με βλαστό όρθιο 20 80 εκ. ύψους. Ο βλαστός είναι λείος, χωρίς αδένες προς τα πάνω, με φύλλα έμμισχα, όλα σχεδόν όμοια και ακέραια. Ο καρπός είναι κάψα υποσφαιρική. Φυτρώνει σε πετρώδεις τόπους και ερείπια, σε όλα… … Dictionary of Greek
Ruta graveolens — Saltar a navegación, búsqueda ? Ruda Ruda común Clasificación científica … Wikipedia Español
θάμνος — Ξυλώδες φυτό, του οποίου οι διακλαδώσεις ξεκινούν από τη βάση του κύριου άξονα. Ο κεντρικός κορμός του δεν είναι σαφώς διαμορφωμένος και το ύψος του, μικρότερο από αυτό των δέντρων, κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 1 και 4 μ. Υπάρχουν θ. με πυκνές… … Dictionary of Greek
πήγανο — το / πήγανον, ΝΜΑ, και απήγανο και απήγανος, ο, Ν φυτό που, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, αποτελεί γένος το οποίο ανήκει στην οικογένεια αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών ζυγοφυλλίδες και περιλαμβάνει 5 περίπου είδη, σημαντικότερο… … Dictionary of Greek
ρυτόν — τὸ, Α 1. το φυτό απήγανος 2. στον πληθ. τὰ ῥυτά (κατά τον Ησύχ.) «τὰ στέμφυλα». [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με ρυτή*, αν δεν πρόκειται για παρεφθαρμένο τύπο] … Dictionary of Greek
Οινούσσες — Ονομασία δύο μικρών νησιωτικών συστάδων της Ελλάδας, από τις οποίες η μία βρίσκεται στα νοτιοδυτικά παράλια της Πελοποννήσου και η άλλη στα βορειοδυτικά παράλια της Χίου. 1. Η συστάδα των Ο. της Πελοποννήσου είναι γνωστή και με την ονομασία… … Dictionary of Greek